Εισήγηση για lockdown τύπου Μαρτίου 2020 υπήρχε, αλλά η κυβέρνηση, πέραν της σημασίας που δίνει στις εισηγήσεις της πλειοψηφίας των ειδικών, δεν το επιθυμούσε για συγκεκριμένους, τρεις τον αριθμό, λόγους. Ο πρώτος είναι η κόπωση των πολιτών. Επί δύο συναπτές ημέρες ο Γιώργος Γεραπετρίτης αναφέρθηκε στο συγκεκριμένο θέμα, κάτι που δεν ήταν καθόλου τυχαίο. «Ο καθένας έχει βρει τρόπους για να ξεγελάει το σύστημα και να κάνει τον όποιο συγχρωτισμό κρίνει», είπε χθες ο υπουργός Επικρατείας (στον ρ/σ Παραπολιτικά), προσθέτοντας πως «το σημαντικό είναι να κλείσουμε τα όποια “παράθυρα” υπάρχουν».
Στο Μαξίμου αντιλαμβάνονταν πλήρως πως οι πολίτες το τελευταίο διάστημα δεν εφάρμοζαν τα μέτρα και ως εκ τούτου δεν υπήρχε κανένας ελεγκτικός μηχανισμός ικανός να επιβάλει την τήρηση. Η ψυχολογία των πολιτών είναι ιδιαίτερα βεβαρημένη και αυτό δεν θα μπορούσε να μην ληφθεί υπόψη.
Στις συζητήσεις που έγιναν τις τελευταίες ημέρες στο Μαξίμου, η κόπωση τέθηκε επί τάπητος. Κοινή συνισταμένη ήταν πως ένα ολικό και σκληρό lockdown δεν θα εφαρμοζόταν και θα είχε τα αντίθετα αποτελέσματα, καθώς η κυβέρνηση θα εμφανιζόταν να μην αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει στην κοινωνία και να μην μπορεί να εφαρμόσει αυτό που η ίδια εξήγγειλε.
Ο δεύτερος και εξίσου βασικός λόγος που προτιμήθηκε η λύση της ηπιότερης αυστηροποίησης από την επιλογή ενός lockdown τύπου Μαρτίου 2020 είναι πως, σε μια συγκυρία που στην κυβέρνηση έχει ήδη ξεκινήσει η συζήτηση περί ανοίγματος της οικονομίας, θα έπρεπε να κλείσουν όλες τις παραγωγικές δραστηριότητες, ήτοι βιομηχανίες και βιοτεχνίες, που ήταν κλειστές πέρυσι τον Μάρτιο. Το αναγνώρισε εμμέσως πλην σαφώς χθες το πρωί η κυβερνητική εκπρόσωπος Αριστοτελία Πελώνη, όταν απέκλεισε το ενδεχόμενο ενός καθολικού lockdown λέγοντας πως «δεν μπορούν να ανασταλούν οι παραγωγικές δραστηριότητες της χώρας».
Ο τρίτος λόγος είναι πως τα υφιστάμενα μέτρα στην Αττική, αν και υπάρχουν διαφορές, όπως αυτή που προαναφέρθηκε για τις βιομηχανίες, είναι σε μεγάλο βαθμό πολύ κοντά στο lockdown που εφαρμόστηκε τον περυσινό Μάρτιο. Κυβερνητική πηγή είπε σχετικά στην «Κ» πως ήδη το lockdown που ισχύει είναι «σχεδόν τύπου Μαρτίου» και δεν μπορεί η κυβέρνηση ανά μία εβδομάδα να ανακοινώνει lockdown μέσα στο lockdown. Ετσι λοιπόν οδηγηθήκαμε στη λύση των στοχευμένων παρεμβάσεων παρά σε ένα ολικό, σκληρό και οριζόντιο απαγορευτικό, που κατά πάσα πιθανότητα θα είχε αντίθετα αποτελέσματα τόσο σε κοινωνικό όσο και σε οικονομικό πεδίο.
Χαρακτηριστικό της δυσκολίας των αποφάσεων είναι ότι το μεσημέρι της Τετάρτης υπήρξαν πληροφορίες πως αναμενόταν να γίνουν αλλαγές στον κωδικό 4, που αφορά την κίνηση για παροχή βοήθειας σε ανθρώπους που βρίσκονται σε ανάγκη. Η σκέψη, που είναι άγνωστο εάν πράγματι υπήρξε, δεν ανακοινώθηκε ποτέ, καθώς κανένας ελεγκτικός μηχανισμός δεν θα μπορούσε να ελέγξει τον λόγο για τον οποίο κάποιος μεταβαίνει, για παράδειγμα, στο σπίτι των γονέων του ή ηλικιωμένων συγγενών του.
Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση ποντάρει στο ότι το επόμενο διάστημα, με δεδομένη και την άνοδο της θερμοκρασίας και τον συντονισμένο εμβολιασμό που προχωράει με ικανοποιητικούς ρυθμούς, θα δούμε φως στην άκρη του τούνελ.
Τέλος, χθες ο πρωθυπουργός συμμετείχε σε διαδικτυακή συζήτηση που διοργάνωσε το ΕΛΚ με θέμα «Δημιουργώντας θέσεις εργασίας για την οικονομική ανάκαμψη της Ε.Ε. στην εποχή μετά την πανδημία». Στη συζήτηση έλαβαν μέρος η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΕΛΚ στο Ευρωκοινοβούλιο, Μ. Βέμπερ. «Δεν είμαστε απολύτως βέβαιοι για το χρονικό διάστημα που θα πρέπει να περάσουμε μέσα στο τούνελ. Αλλά η επίδραση των μαζικών εμβολιασμών αρχίζει να διαφαίνεται και, σε συνδυασμό με τις καλύτερες καιρικές συνθήκες, γεννιέται σε εμένα η αισιοδοξία ότι στο τέλος της άνοιξης – αρχές του καλοκαιριού θα βγαίνουμε μια για πάντα από αυτή την κρίση. Γιατί ο τουρισμός είναι πολύ σημαντικός στην Ελλάδα, για τη διατήρηση και τη δημιουργία θέσεων εργασίας», είπε μεταξύ άλλων ο κ. Μητσοτάκης.