Συντηρούν το κλίμα της σκανδαλολογίας για τη Novartis η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά το φιάσκο που εκθέτει και τους δύο.
Πριν από τρία χρόνια η ίδια η εισαγγελέας Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη έβαζε στο αρχείο τη δικογραφία για την υπόθεση της Novartis που αφορούσε τον πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά και ακολούθησαν αρχειοθετήσεις και για τους άλλους πολιτικούς.
Πριν από δύο χρόνια το θέμα «Novartis Hellas» έκλεινε για τις ΗΠΑ, αποδεικνύοντας την αναξιοπιστία όσων δημόσια ισχυρίζονταν ότι το FBI είχε βρει αποδείξεις και τραπεζικούς λογαριασμούς Ελλήνων πολιτικών στην Ελβετία που στοιχειοθετούσαν τον χρηματισμό τους και από ώρα σε ώρα θα τα αποκάλυπταν (αλλά δεν το έκαναν ποτέ). Και τώρα, το Δικαστικό Συμβούλιο του Ειδικού Δικαστηρίου με βούλευμά του παραπέμπει τον κ. Παπαγγελόπουλο και την κυρία Τουλουπάκη για άλλα αδικήματα, αφήνοντας τις κατηγορίες για την σκευωρία εκτός.
Η χώρα διχάστηκε επί πέντε χρόνια από την κόντρα κυβέρνησης – αντιπολίτευσης για το θέμα της Novartis και το ερώτημα ήταν αν επρόκειτο για σκάνδαλο ή σκευωρία. Η ελληνική Δικαιοσύνη όμως αποφάσισε ότι τελικά δεν ήταν τίποτε από τα δύο. Όχι όμως μόνο η ελληνική Δικαιοσύνη αλλά και το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Οι αλληλοκατηγορίες είναι εντελώς επιφανειακές και προσχηματικές πλέον, κάνοντας πολλούς να μιλούν για συγκάλυψη.
Ο Αλέξης Τσίπρας ισχυρίστηκε στη Βουλή ότι «το βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου διέλυσε με πάταγο όλο το κατασκευασμένο αφήγημα περί σκευωρίας» και «την προσπάθεια της ΝΔ να λασπώσει τους πολιτικούς της αντιπάλους». Δηλαδή περίπου ό,τι είχε πει και η ΝΔ όταν αρχειοθετήθηκαν οι κατηγορίες για τα στελέχη της.
Η τελευταία συζήτηση αρχηγών στη Βουλή την Τετάρτη δεν έβγαλε ειδήσεις. Ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι θα κάνει εκλογές στο τέλος της τετραετίας.
Ο Τσίπρας μάλιστα, όπως και άλλοι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, απαίτησε να ζητήσουν και συγγνώμη, όπως απαιτούσαν αντίστοιχα και της ΝΔ όταν «δικαιώθηκαν». Κι ενώ το φιάσκο είναι προφανές, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ υποσχέθηκε στη Βουλή να δώσει συνέχεια στο σκάνδαλο, λέγοντας «εμείς θα το πάμε μέχρι τέλους, κ. Μητσοτάκη». Βέβαια, αποζημίωση από τη Novartis δεν είχε ζητήσει καν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και αγωγή κατά της Novartis κατάθεσε μόλις τον περασμένο μήνα το ελληνικό Δημόσιο.
Παρότι η εξέλιξη της υπόθεσης απογοήτευσε την κοινή γνώμη και σχεδόν κανείς δεν ασχολείται πια, οι πολιτικοί, προφανώς για να ρίξουν στάχτη στα μάτια, φροντίζουν να συντηρούν ακόμα το κλίμα της σκανδαλολογίας. Έτσι, όταν ο πρωθυπουργός την Τετάρτη ρώτησε τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ αν θέλει να τον βάλει φυλακή, μετά από τη δήλωσή του για συνέχιση, κάποιος από τα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης φώναξε ότι θα τους βάλουν όλους φυλακή, όχι μόνο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Και ο πρωθυπουργός απάντησε ότι αυτό δεν θα γίνει, διότι δεν θα ξαναβγούν στην κυβέρνηση.
Σύμφωνα με το βούλευμα, πάντως, η παραπομπή στο Ειδικό Δικαστήριο του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου για κατάχρηση εξουσίας σε βαθμό κακουργήματος είναι ομόφωνη και το αδίκημα της μη αποστολής στη Βουλή των καταγγελιών του ΚΙΝ.ΑΛ. για την υπόθεση της Novartis και τον Παναγιώτη Κουρουμπλή ούτε ασήμαντη είναι ούτε τον δικαιώνει. Ο κ. Παπαγγελόπουλος, άλλωστε, παραπέμπεται στο Ειδικό Δικαστήριο και για παράβαση καθήκοντος, λόγω των πιέσεων και των παρεμβάσεων που φέρεται να άσκησε στην εισαγγελέα Ελένη Ράικου, όταν χειριζόταν τον φάκελο της Novartis, και στους εισαγγελείς Παναγιώτη Αθανασίου και Γεωργία Τσατάνη για υποθέσεις επιχειρηματιών.
Η εμφάνιση του πρωθυπουργού στο Ευρωκοινοβούλιο την Τρίτη έγινε κι αυτή αντικείμενο κριτικής από τον Αλέξη Τσίπρα στη συζήτηση για την κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης στην Βουλή, ο οποίος μίλησε για «στραπάτσο». «Βρεθήκατε απολογούμενος σε άδεια έδρανα για τις ντροπιαστικές επιδόσεις της πατρίδας μας επί της διακυβέρνησής σας στα ζητήματα του κράτους δικαίου και της ελευθεροτυπίας» του είπε, με τον πρωθυπουργό να του απαντά ότι όταν είχε μιλήσει εκείνος στην Ευρωβουλή, το 2018, ήταν πιο άδεια και παρουσίασε φωτογραφία από την αίθουσα της ολομέλειας τότε. Το πόσο γεμάτη ή άδεια ήταν η αίθουσα της ολομέλειας δεν είναι σοβαρό θέμα βέβαια, όμως αυτό ήταν που κυρίως ανέδειξε η αντιπολίτευση την περασμένη Τρίτη, με ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να πρωταγωνιστούν. Μια κριτική εντελώς επιφανειακή δηλαδή, που βολεύει πολύ και την κυβέρνηση.
Ο κ. Μητσοτάκης στο Ευρωκοινοβούλιο ρωτήθηκε για την κατάσταση της ελευθεροτυπίας στα ελληνικά ΜΜΕ, αλλά απάντησε ότι η έρευνα που παρουσιάζει την Ελλάδα χαμηλά στη σχετική λίστα είναι μιας ΜΚΟ που υπαινίχθηκε ότι είναι αναξιόπιστη. Επίσης, με μια κίνηση που θύμιζε δεκαετία του ’80 και τις ξεπερασμένες επικοινωνιακές τακτικές της εποχής τύπου Λαλιώτη, έδειξε δύο αντίγραφα από πρωτοσέλιδα της κομματικής εφημερίδας «Αυγή» και της δεξιάς εφημερίδας «Δημοκρατία», για να αποδείξει ότι ο Τύπος στην Ελλάδα είναι ελεύθερος να γράφει ό,τι θέλει εναντίον της κυβέρνησης.
Το άλλο θέμα για το οποίο ρωτήθηκε (και στην ουσία κατηγορήθηκε), όπως αναμενόταν, ήταν για τις επαναπροωθήσεις μεταναστών και προσφύγων που έρχονται παράνομα από την Τουρκία. Την ερώτηση του την έκανε η Πράσινη Ολλανδή ευρωβουλευτής Tineke Strik, η οποία πρωταγωνιστεί εδώ και καιρό στις επιθέσεις εναντίον της Ελλάδας για το θέμα αυτό, με το οποίο ασχολείται σε τακτική βάση, ζητώντας ανοιχτά θαλάσσια σύνορα.
Ο πρωθυπουργός τής απάντησε αμυντικά, λέγοντάς της περίπου ότι αναπαράγει την τουρκική προπαγάνδα, επισημαίνοντας ότι όλες αυτές οι βάρκες έρχονται από την Τουρκία, η οποία υποστηρίζεται οικονομικά από την Ε.Ε. για να μην επιτρέπει κάτι τέτοιο, και ότι δεν μπορεί ο τουρκικός μηχανισμός να μη γνωρίζει τι συμβαίνει.
Σε αντίθεση με την ομιλία του στο αμερικανικό κογκρέσο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν φάνηκε πολύ καλά προετοιμασμένος για την εμφάνισή του στην Ευρωβουλή και έχασε την ευκαιρία να μιλήσει με ειλικρίνεια και πειθώ για τα θέματα που καίνε την Ελλάδα, όπως τα ελληνοτουρκικά και το προσφυγικό – μεταναστευτικό. Ακόμα και σε αυτό απάντησε με την υπόθεση ότι «δεν μπορεί η Τουρκία να μη γνωρίζει ότι οι βάρκες αυτές φεύγουν από τις ακτές της», ένα όχι και τόσο ακλόνητο επιχείρημα, όταν υπάρχουν φωτογραφίες και βίντεο που δείχνουν τουρκικές ακταιωρούς να συνοδεύουν τις βάρκες των διακινητών και των δουλεμπόρων, σπρώχνοντάς τες στα ελληνικά ύδατα, βάζοντας σε κίνδυνο τις ζωές των μεταναστών και προσφύγων.
Στο εσωτερικό της χώρας, πάντως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει υποστηρίξει, σχετικά πρόσφατα, ότι η Ελλάδα χρειάζεται τους μετανάστες και για το δημογραφικό, αλλά κυρίως για να καλύψουν θέσεις εργασίας και γιατί χρειάζονται εργατικά χέρια για να παράγουν κέρδη, όπως έχει πει. Έχει υποσχεθεί μάλιστα σε επιχειρηματίες που τον πιέζουν ότι θα φέρει σύντομα νομοθετική ρύθμιση για να δοθεί άδεια εργασίας στους μετανάστες που σήμερα βρίσκονται παράνομα στη χώρα, ώστε να αποκτήσουν νομιμότητα και να μπορέσουν να εργαστούν στον τουρισμό και στον αγροτικό τομέα, αλλά και στις κατασκευές, καθώς αυτοί είναι οι κλάδοι που αναζητούν «χέρια».
Η τελευταία συζήτηση αρχηγών στη Βουλή την Τετάρτη δεν έβγαλε ειδήσεις. Ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι θα κάνει εκλογές στο τέλος της τετραετίας. Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης του είπε ότι δεν τον πιστεύει. Η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν ξέρει αν μπορεί να πιστέψει ή όχι τον πρωθυπουργό και ο ίδιος, ενώ αρνείται σταθερά ότι θα κάνει πρόωρες εκλογές, κατά καιρούς αφήνει χαραμάδες, προκαλώντας σύγχυση.
Κατά τ’ άλλα, η συζήτηση στη Βουλή εξελίχθηκε σε άλλη μία «κοκορομαχία», με τον πρωθυπουργό και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να αλληλοκατηγορούνται και να διαψεύδει ο ένας τον άλλον. Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στο δίλημμα που θα θέσει στις εκλογές, με ποιον μπορεί να αντέξει η χώρα τις πολλαπλές κρίσεις που έρχονται και ποιος είναι αυτός που εγγυάται σταθερότητα και ασφάλεια.